Tuesday, February 10, 2009

Τα αλητόπαιδα της Κύπρου και η ανίκανη μεσαιωνική αστυνομία ...

Κάνουν γαργάρα το ρατσισμό

Η Επίτροπος Διοικήσεως Ηλιάνα Νικολάου σε έκθεσή της, ως Αρχή κατά του Ρατσισμού και των Διακρίσεων, σημειώνει πως «η νομοθεσία κατά του ρατσισμού και οι αντίστοιχες ειδικές ποινικές διατάξεις παραμένουν ουσιαστικά ανενεργές και δημιουργείται εύλογα η αντίληψη ότι ο ρατσισμός δεν αντιμετωπίζεται αποφασιστικά και τα θύματα παραμένουν απροστάτευτα από το Νόμο και την πολιτεία». Η κ. Νικολάου εξέτασε αυτεπαγγέλτως επεισόδιο που συνέβη στις 8 Ιουνίου 2008 στον Ύψωνα, κατά το οποίο, ομάδα νεαρών Ελληνοκυπρίων επιτέθηκε εναντίον αλλοδαπών, στέλνοντας δύο Βρετανούς, έναν Ρουμάνο και έναν Βούλγαρο στο νοσοκομείο.

Εν να σας θάψουμε ούλλους
Από τον έλεγχο του ανακριτικού φακέλου της υπόθεσης προκύπτει ότι οι νεαροί στις 8 Ιουνίου θέλησαν να εκδικηθούν για τον ξυλοδαρμό του αδελφού ενός εξ αυτών, το προηγούμενο βράδυ από δύο Πολωνούς. Όπως κατέθεσαν οι νεαροί στην Αστυνομία, αποφάσισαν να συναντηθούν στις 8 Ιουνίου με σκοπό «να χτυπήσουν οποιοδήποτε αλλοδαπό βρισκόταν μπροστά τους» «για να μάθουν να μη δημιουργούν προβλήματα» και «για να τους διώξουν από τα σπίτια τους». Παραδέχθηκαν ότι αρχικά συνάντησαν δύο «αράπηδες» και χωρίς κανένα λόγο άρχισαν να τους κτυπούν όλοι μαζί. Οι «αράπηδες» κατάφεραν να ξεφύγουν και δεν έκαναν καταγγελία στην Αστυνομία. Στη συνέχεια οι ταραξίες επιτέθηκαν εναντίον ακόμη τριών αλλοδαπών που βρέθηκαν μπροστά τους. Και σε αυτή την περίπτωση, οι αλλοδαποί δεν κατήγγειλαν την υπόθεση στην Αστυνομία. Ένας Βρετανός που παρακολουθούσε κάλεσε τους νεαρούς να σταματήσουν και τότε δέχθηκε επίθεση και τραυματίστηκε στο κεφάλι. Δύο άλλοι Βρετανοί που πήγαν να βοηθήσουν τον συμπατριώτη τους δέχθηκαν επίσης επίθεση από τους νεαρούς. Οι τρεις Βρετανοί τραπήκαν σε φυγή και η αρχική ομάδα των νεαρών Ελληνοκυπρίων μεγάλωσε και εξοπλίστηκε με λοστούς και πέτρες, προκαλώντας ζημιές στα αυτοκίνητα και τα σπίτια των αλλοδαπών. Η ρατσιστική επίθεση συνεχίστηκε και στα γύρω σπίτια που διαμένουν άλλοι αλλοδαποί, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν με λοστό ένας Ρουμάνος και ένας Βούλγαρος. Οι μάρτυρες που κατέθεσαν στην Αστυνομία ανέφεραν πως οι νεαροί φώναζαν συνθήματα όπως «έξω οι ξένοι από τον Ύψωνα» και «εν να σας θάψουμε ούλλους». Την επόμενη ημέρα η Αστυνομία συνέλαβε δώδεκα νεαρούς 14 έως 18 ετών, εκ των οποίων οι οκτώ παραδέχθηκαν συμμετοχή στην επίθεση, ενώ οι άλλοι τέσσερις ισχυρίστηκαν μόνο ότι παρακολουθούσαν τα επεισόδια. Όλοι τους κατηγορήθηκαν και αφέθηκαν την ίδια μέρα ελεύθεροι.

Άλλα λόγια
Η Αστυνομία κατηγόρησε τους νεαρούς για οχλαγωγία, οπλοφορία προς διέγερση τρόμου, επίθεση μετά πραγματικής σωματικής βλάβης, κοινή επίθεση και κακόβουλη ζημιά σε περιουσία. Ούτε λέξη για ρατσισμό. Μόνο στην τελευταία παράγραφο, της εισηγητικής έκθεσης του ερευνώντος αστυνομικού, ζητείται, από τη Νομική Υπηρεσία, «να μελετηθεί το ενδεχόμενο κατά πόσο εναντίον των κατηγορουμένων μπορούν να προστεθούν κατηγορίες με βάση τον Νόμο για φυλετικές και άλλες διακρίσεις». Η Επ. Διοικήσεως στην έκθεσή της τονίζει πως πρόδηλα τα ρατσιστικά κίνητρα της υπόθεσης δεν διερευνήθηκαν και καμιά ουσιαστική διαβούλευση δεν έγινε για το κρίσιμο αυτό ζήτημα με το αρμόδιο Γραφείο της Αστυνομίας». Κατά την κ. Νικολάου, η παραγνώριση της ρατσιστικής πτυχής της υπόθεσης «καθιστά πλημμελή το πόρισμα, που δεν διασώζεται ούτε με την τελευταία παράγραφο με την οποία παραπέμπεται το ζήτημα στη Νομική Υπηρεσία».

Γραφείο «ταμπέλα»
Από τον Νοέμβριο του 2004 λειτουργεί στο Αρχηγείο Αστυνομίας «Γραφείο Καταπολέμησης των Διακρίσεων», το οποίο υπολειτουργεί αφού οι αστυνομικοί που το στελεχώνουν, στελεχώνουν ταυτόχρονα το «Γραφείο Καταπολέμησης της Βίας στην Οικογένεια» και το «Γραφείο Κατά της Νεανικής Παραβατικότητας»! Από την έρευνα της Επιτρόπου Διοικήσεως διαπιστώνεται ότι μέχρι σήμερα δεν έχει ενεργοποιηθεί κάποιος μηχανισμός καταγραφής των ρατσιστικών περιστατικών, με αποτέλεσμα να καταγράφονται αποκλειστικά τα αδικήματα που καταγγέλλονται ως ρατσιστικά. Επίσης δεν διαφαίνεται πρόθεση της Αστυνομίας να υιοθετήσει ειδικό έντυπο καταγραφής ρατσιστικών περιστατικών. Είναι αξιοσημείωτο ότι μέχρι σήμερα στην Κύπρο δεν έχει υπάρξει ούτε μία καταδίκη για αδίκημα βάσει της νομοθεσίας κατά του ρατσισμού και των διακρίσεων. Σε σχέση με το επεισόδιο στον Ύψωνα, ο υπεύθυνος του «Γραφείου Καταπολέμησης των Διακρίσεων» της Αστυνομίας υποστήριξε ότι βρισκόταν σε συχνή επικοινωνία με τον ανακριτή της υπόθεσης «και ότι δεν φαινόταν εκ πρώτης όψεως να στοιχειοθετούνται αδικήματα βάσει της νομοθεσίας κατά των διακρίσεων». Μάλιστα ο φάκελος της υπόθεσης δεν πέρασε καν από το «Γραφείο Καταπολέμησης Διακρίσεων».

Ούτε ένα σεμινάριο
Από την έρευνα της Επ. Διοικήσεως προκύπτει ακόμα ένα πολύ σημαντικό στοιχείο. Οι αστυνομικοί και πολύ περισσότερο οι επαρχιακοί αξιωματικοί σύνδεσμοί του Γραφείου Καταπολέμησης Διακρίσεων δεν έχουν καμία ειδική εκπαίδευση και δεν έχουν παρακολουθήσει κάποιο εξειδικευμένο σεμινάριο, ως προς τον εντοπισμό και την καταχώρηση των ρατσιστικών κινήτρων σε ένα αδίκημα. Τα τελευταία χρόνια γίνεται μόνο μια σχετική κατάρτιση στους νέους αστυνομικούς κατά την φοίτηση τους στην Ακαδημία. Η Αστυνομία ελπίζει ότι η αλλαγή νοοτροπίας των αστυνομικών προς την κατεύθυνση της αναγνώρισης και καταγραφής των ρατσιστικών περιστατικών, «θα επέλθει σταδιακά με την εμπειρία και την χρόνια ενασχόληση » με αυτά τα θέματα!

Πεισματική άρνηση
Η Επ. Διοικήσεως στην έκθεση της διαπιστώνει πως οι αρμόδιες αρχές «αρνούνται πεισματικά να αναγνωρίσουν τα περιστατικά ρατσισμού και να τα αντιμετωπίσουν με την αναγκαία αποφασιστικότητα». Αν και όπως σημειώνει, υπάρχει επαρκές νομικό πλαίσιο, παρατηρείται μια προβληματική αντιμετώπιση των ρατσιστικών περιστατικών η οποία οφείλεται «σε κάποια ιδιάζουσα αντίληψη και ερμηνεία της έννοιας από τα αστυνομικά όργανα», με αποτέλεσμα να διαπιστώνεται πλημμελής αντιμετώπιση του φαινομένου. Η κ. Νικολάου σημειώνει ακόμα πως λόγω του ελλειμματικού χειρισμού της Αστυνομίας «τα καταγεγραμμένα ρατσιστικά περιστατικά δεν αντανακλούν το πραγματικό μέγεθος του προβλήματος και κατά συνέπεια το πρόβλημα δεν μπορεί να αξιολογηθεί στις σωστές του διαστάσεις και να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά». Η Επ. Διοικήσεως υπενθυμίζει ακόμα δύο ρατσιστικά περιστατικά που είχε διερευνήσει το 2005 και το 2007, και στα οποία η Αστυνομία «παρέλειψε» να προσάψει κατηγορίες εναντίον των δραστών.

Τυφλή βία
Στην έκθεση της Επ. Διοικήσεως σημειώνεται πως στο επεισόδιο στον Ύψωνα η βία που ασκήθηκε από τους νεαρούς ήταν «τυφλή» εναντίον κάθε αλλοδαπού, και παρόλο που υπάρχει παραδοχή των δραστών, η Αστυνομία δεν περιέλαβε στις εναντίον τους κατηγορίες κανένα αδίκημα από αυτά που προνοούνται από την αντιρατσιστική νομοθεσία. Όπως σημειώνεται «δεν φαίνεται να λήφθηκε δεόντως υπόψη ο φόβος, η αγωνία, ο πόνος και το αίσθημα υποβάθμισης που δυνατόν να προκλήθηκε στους αλλοδαπούς λόγω της επίθεσης που δέχθηκαν και το ενδεχόμενο να έχουν υποστεί οι αλλοδαποί απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση κατά την έννοια του άρθρου 8 του Συντάγματος και του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».

ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΛΑΤΖΗΣ
Κωδικός άρθρου: 852440
ΠΟΛΙΤΗΣ - 10/02/2009, Σελίδα: 19

No comments: