Το είδαμε, υπό τύπο σχολίου, γραμμένο κάπου χθες: Ο Χριστοδούλου, λέει, εμφανίστηκε από το πουθενά και επιτέθηκε στον Αναστασιάδη διότι διαβλέπει πως μέσα από αυτή του την κίνηση έχει πιθανότητες να παίξει σε ένα ενδεχόμενο παιγνίδι ηγεσίας στον ΔΗΣΥ. Το σχόλιο δεν διευκρίνιζε εάν οι βλέψεις αυτές είναι προσωπικές ή όχι. Εάν εννοούσε πως κάποιοι κύκλοι στον ΔΗΣΥ επιχειρούν να σκάψουν το λάκκο του Αναστασιάδη, όπως συνέβη και στο παρελθόν χωρίς επιτυχία, τότε καθόλου παράξενο ο Χριστοδούλου να βάζει το χεράκι, τα χεράκια ή και τα πόδια του μαζί. Αλλά εάν εννοούσε ότι καλοβλέπει την ηγεσία του ΔΗΣΥ για πάρτη του, τότε το πράγμα αγγίζει μάλλον τα όρια της αστειότητας και, για να μην είμαστε και άδικοι μαζί του, θα πρέπει να πούμε πως έχει μια χαρά την ευφυΐα να μην έχει τέτοιες βλέψεις ή φαντασιώσεις - πείτε το όπως νομίζετε. Άλλωστε, μέχρι σήμερα, ο Χριστοδούλου δεν εξελέγη ποτέ και σε κανένα από τα αξιώματα στα οποία βρέθηκε. Αλλά να τον ψήφιζε κανείς, ακόμη και για μουχτάρη του Αυγόρου, ακούγεται τρελό. Πόσο δε μάλλον, για Πρόεδρο του ΔΗΣΥ...!
Αλλά για να επανέλθουμε στο θέμα μας, το ζήτημα δεν είναι ο ίδιος ο Χριστοδούλου. Εκείνος, αν και σίγουρα κρατάει ακόμη κάποια νήματα εξουσίας στα χέρια του είναι εκτός πολιτικού σκηνικού και απίθανη θα ήταν μια επάνοδός του αφού ούτε ο Κούρος, ούτε ο Τάσσος δεν πρόκειται να δουν ξανά την εξουσία. Το ζήτημα είναι πολύ μεγαλύτερο, πολύ ευρύτερο. Και αφορά ένα μειοψηφικό μεν, αρκούντως ισχυρό δε ρεύμα το οποίο έχει τις καταβολές του στο παρακράτος της δεκαετίας του '60. Πυρήνας του οποίου, ρεύματος, είναι τα πρωτοπαλίκαρα του Γιωρκάτζη και κυρίως σώμα του η εθνικιστική Δεξιά και Ακροδεξιά. Όλοι αυτοί που, μαζί με τη θλιβερή σημερινή ιεραρχία της Εκκλησίας φρικιούν στην ιδέα της λύσης. Της όποιας λύσης και της συμβίωσης με την άλλη κοινότητα. Ο χρόνος τούς έχει μάθει να αποκρύπτουν επιμελώς τις πραγματικές τους προθέσεις πίσω από μια κίβδηλη πατριωτική ρητορική πασπαλισμένη με κάμποσες ελληνοχριστιανικές αρλούμπες τις οποίες ούτε οι ίδιοι δεν πιστεύουν αλλά, είναι πλέον ολοφάνερο πως το πρόβλημά τους ΔΕΝ είναι οι λύσεις που προτάθηκαν αλλά η όποια λύση προτείνεται. Η ιδέα της λύσης.
Το τραγικότερο είναι πως αυτοί οι άνθρωποι ποτέ δεν είχαν κάτι να αντιπροτείνουν, για να βγούμε από το αδιέξοδο. Το ίδιο και σήμερα, φυσικά. Το μόνο που τους ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους πολίτες (αλλά και ενώνει όλους αυτούς μεταξύ τους), πέραν της εκ των προτέρων απόρριψης της όποιας προσπάθειας για λύση, είναι η πάγια τακτική τους να βλέπουν παντού προδότες και ανθρώπους... μειωμένων αντιστάσεων κάτι που, στα όρια της διαστροφής, τους κάνει να θεωρούν τους εαυτούς τους πατριώτες και, κυρίως, σωτήρες. Ειδικά το τελευταίο, όμως, κάθε άλλο παρά ισχύει. Κι αυτό αποδεικνύεται ιστορικά: Όποτε βρέθηκαν να ελέγχουν την εξουσία το αποτέλεσμα ήταν τραγικό. Το 1974 μια ακραία μερίδα των εθνικιστών κατάφερε να παραδώσει τη μισή σχεδόν Κύπρο στην Τουρκία ενώ το 2003-2008, όλοι μαζί ενωμένοι πια, έφεραν τον τόπο στο παρά ένα της διχοτόμησης και την Κύπρο σε κατάσταση διεθνούς ανυποληψίας.
Το βασικό πρόβλημά τους έγκειται στην ψευδαίσθησή τους ότι, τα σπουδαία και... φωτεινά τους μυαλά ήταν εκείνα που έδιωξαν τους Εγγλέζους από την Κύπρο. Και πως επειδή το πέτυχαν (νομίζουν...) είναι οι μόνοι που μπορούν να το πετύχουν και σήμερα. Με τη διαφορά πως οι Εγγλέζοι δεν έφυγαν γιατί φοβήθηκαν την ΕΟΚΑ (...!) αλλά και πως, η συμμετοχή όλων αυτών των τύπων στον αγώνα της ΕΟΚΑ βρίσκεται περισσότερο στη σφαίρα της φαντασίας τους παρά στην πραγματικότητα. Όλοι αυτοί έχτισαν καριέρες και "την έκαναν" κανονικά στη ζωή τους εκμεταλλευόμενοι τον αγώνα εκείνων που πραγματικά αγωνίστηκαν και ενίοτε θυσιάστηκαν. Στο όνομα αυτών των αγωνιστών φτιάχτηκε το παρακράτος το '60, το οποίο συνεχίζει ακόμη και σήμερα να λυμαίνεται αυτό το δύσμοιρο νησί.
Αυτό λοιπόν που ζούμε, είναι μια τελευταία προσπάθεια. Όχι μόνο για τη λύση του Κυπριακού αλλά και μια τελευταία προσπάθεια όλων των αποχρώσεων του απορριπτικού στρατοπέδου να επιβάλουν για άλλη μια φορά τις δικές τους απόψεις και να εξουδετερώσουν και αυτή την προσπάθεια για λύση, τόσο σε γενικό επίπεδο όσο και σε προσωπικό μειώνοντας, ενίοτε και χυδαία, όλους όσοι τη στηρίζουν. Χωρίς να μπορούν όλοι αυτοί να μας πουν ΤΙ ΕΙΝΑΙ αυτό που τους ενοχλεί σε ένα διάλογο για το Κυπριακό που καλά-καλά δεν ξεκίνησε ακόμη ή τι είναι αυτό που τους εξοργίζει σε μια προσπάθεια καλλιέργειας πνεύματος συμφιλίωσης στα σχολεία ή σε μια διεργασία συμπλήρωσης των βιβλίων της Ιστορίας (την ώρα που η Επιτροπή που θα το κάνει δεν έχει καν συσταθεί!).
Και, κυρίως, τι είναι αυτό που αντιπροτείνουν εάν δεχθούμε τη θέση τους και τα παρατήσουμε όλα. Το ζήτημα είναι ευρύτερο λοιπόν. Δεν είναι προσωπικό, ούτε κομματικό. Και όσο οι διεργασίες για λύση προχωρούν τόσο οι επιθέσεις τους θα πληθαίνουν. Μετά τον Χριστόφια και τον Αναστασιάδη, θα ακολουθήσουν κι άλλα θύματα της πάγιας πρακτικής του μαγαρίσματος. Και θα υπάρξουν κι άλλοι, πολλοί άλλοι Χριστόδουλοι οι οποίοι θα πεταχτούν από το πουθενά για να συνδράμουν την προσπάθεια. Το ερώτημα είναι τι κάνουμε εμείς την ώρα που αυτή η κάστα καταβάλλει την τελευταία αλλά ιδιαιτέρως επικίνδυνη για το μέλλον του τόπου προσπάθειά της να ελέγξει τα πράγματα. Τι κάνουμε αλήθεια; Σωπαίνουμε;
Κώστας Κωνσταντίνου
Κωδικός άρθρου: 820850
ΠΟΛΙΤΗΣ - 18/09/2008, Σελίδα: 13
No comments:
Post a Comment